Oxford Spanish Dictionary
aumentativo1 (aumentativa) ΕΠΊΘ
- aumentativo (aumentativa)
-
aumentativo2 ΟΥΣ αρσ
- aumentativo
-
στο λεξικό PONS
aumentativo ΟΥΣ αρσ ΓΛΩΣΣ
- aumentativo
-
aumentativo [au·men·ta·ˈti·βo] ΟΥΣ αρσ ΓΛΩΣΣ
- aumentativo
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- augusto
- Augusto César
- aula
- aulaga
- aula magna
- aumentativo
- aumento
- aun
- aún
- aunar
- aunque