Oxford Spanish Dictionary
arqueológico (arqueológica) ΕΠΊΘ
- arqueológico (arqueológica)
-
emplazamiento arqueológico ΟΥΣ αρσ
- emplazamiento arqueológico
-
στο λεξικό PONS
arqueológico (-a) ΕΠΊΘ
- arqueológico (-a)
-
- arqueológico (-a)
- archeological αμερικ
-
- arqueológico, -a
-
- yacimiento αρσ arqueológico
arqueológico (-a) [ar·keo·ˈlo·xi·ko, -a] ΕΠΊΘ
- arqueológico (-a)
-
-
- arqueológico, -a
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.