στο λεξικό PONS
 
  
 agarradera ΟΥΣ θηλ λατινοαμερ, agarradero ΟΥΣ αρσ
1. agarradera (asidero):
2. agarradera (enchufe):
3. agarradera (excusa):
agarradera [a·ɣa·rra·ˈde·ra] ΟΥΣ θηλ λατινοαμερ, agarradero [a·ɣa·rra·ˈde·ro] ΟΥΣ αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
 
  
 