περιφερειακ|ός <-ή, -ό> [pɛrifɛriaˈkɔs] ΕΠΊΘ
1. περιφερειακός:
2. περιφερειακός Η/Υ:
περιφερειάρχης SUBST
- περιφερειάρχης αρσ θηλ
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.