Po·li·zei·voll·zugs·be·am·te(r) (-be·am·tin) <-n, -n; -, -nen> ΟΥΣ θηλ(αρσ) (θηλ) κλιν τύπος wie επίθ ΝΟΜ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- Polizeirat
- Polizeirevier
- Polizeischutz
- Polizeispitzel
- Polizeisprecher
- Polizeivollzugsbeamte Polizeivollzugsbeamter
- Polizeiwache
- Polizeiwagen
- Polizist
- Polizze
- Polka