στο λεξικό PONS
de·ri·va·tiv [derivaˈti:f] ΕΠΊΘ ΝΟΜ
- derivativ
-
De·ri·va·tiv <-s, -e> [derivaˈti:f, πλ derivaˈti:və] ΟΥΣ ουδ ΓΛΩΣΣ
- Derivativ
-
- derivative ΧΡΗΜΑΤΟΠ
- derivativ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
derivativ ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- derivativ (Finanzinstrument)
-
-
- derivativ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.