στο λεξικό PONS
Ar·beits·ver·hält·nis <-ses, -se> ΟΥΣ ουδ τυπικ
- unbefristet sein Arbeitsverhältnis, Vertrag
-
- unbefristet sein Arbeitsverhältnis, Vertrag
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Arbeitsverhältnis ΟΥΣ ουδ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.