στο λεξικό PONS
An·la·ge·ge·schäft <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ ΟΙΚΟΝ
- Anlagegeschäft
-
-
- Anlagegeschäft ουδ <-(e)s, -e>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Anlagegeschäft ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- Anlagegeschäft
-
-
- Anlagegeschäft ουδ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.