στο λεξικό PONS
I. öf·fent·lich [ˈœfn̩tlɪç] ΕΠΊΘ
II. öf·fent·lich [ˈœfn̩tlɪç] ΕΠΊΡΡ
För·der·mit·tel ΟΥΣ πλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
öffentliche Fördermittel ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
Fördermittel ΟΥΣ πλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.