I. électrotechnique [elɛktʀɔtɛknik] ΕΠΊΘ
- électrotechnique institut
-
II. électrotechnique [elɛktʀɔtɛknik] ΟΥΣ θηλ
électrotechnicien(ne) [elɛktʀɔtɛknisjɛ͂, jɛn] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
I. aérotechnique [aeʀotɛknik] ΕΠΊΘ
II. aérotechnique [aeʀotɛknik] ΟΥΣ θηλ
pyrotechnique [piʀɔtɛknik] ΟΥΣ θηλ
I. électronique [elɛktʀɔnik] ΕΠΊΘ
II. électronique [elɛktʀɔnik] ΟΥΣ θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- légitimiste
- légitimité
- legs
- léguer
- légume
- lélectrotechnique
- Léman
- lémuriens
- lendemain
- lénifiant
- lénifier