hellénisme [elenism, ɛllenism] ΟΥΣ αρσ
1. hellénisme ΓΛΩΣΣ:
- hellénisme
- Gräzismus αρσ
2. hellénisme ΙΣΤΟΡΊΑ:
- hellénisme
- Hellenismus αρσ
- hellénisme
- Griechentum ουδ
3. hellénisme (études):
- hellénisme
- Gräzistik θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.