I. gaucher (-ère) [goʃe, -ɛʀ] ΕΠΊΘ
- gaucher (-ère)
-
II. gaucher (-ère) [goʃe, -ɛʀ] ΟΥΣ αρσ, θηλ
- gaucher (-ère)
-
gaucher αρσ
- gaucher
- Linksfuß αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.