Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
gladiateur [ɡladjatœʀ] ΟΥΣ αρσ
- gladiatorial combat
- de gladiateurs
-
- gladiateur αρσ
στο λεξικό PONS
gladiateur [gladjatœʀ] ΟΥΣ αρσ
-
- gladiateur αρσ
gladiateur [gladjatœʀ] ΟΥΣ αρσ
-
- gladiateur αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- glacial
- glaciation
- glacier
- glacière
- glaciologie
- gladiateurs
- glaïeul
- glaire
- glaireux
- glaise
- glaiseux