Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
dubitat|if (dubitative) [dybitatif, iv] ΕΠΊΘ
- dubitatif (dubitative)
- sceptical βρετ
- dubitatif (dubitative)
- skeptical αμερικ
-
- sceptically βρετ
-
- skeptically αμερικ
στο λεξικό PONS
dubitatif (-ive) [dybitatif, -iv] ΕΠΊΘ
- dubitatif (-ive)
-
dubitatif (-ive) [dybitatif, -iv] ΕΠΊΘ
- dubitatif (-ive)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.