Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
discriminatoire [diskʀiminatwaʀ] ΕΠΊΘ
-
- discriminatory (à l'encontre de against)
στο λεξικό PONS
discriminatoire [diskʀiminatwaʀ] ΕΠΊΘ
discriminatoire [diskʀiminatwaʀ] ΕΠΊΘ
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
- pratiques discriminatoires
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- discourtois
- discrédit
- discréditer
- discret
- discrètement
- discriminatoires
- discriminer
- disculpation
- disculper
- discursif
- discussion