I. comparatiste [kɔ̃paʀatist] ΕΠΊΘ
- comparatiste
-
II. comparatiste [kɔ̃paʀatist] ΟΥΣ αρσ θηλ
- comparatiste (en linguistique)
-
- comparatiste (en littérature)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.