Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
adverb|ial (adverbiale) <πλ adverbiaux> [advɛʀbjal, o] ΕΠΊΘ
- adverbial (adverbiale)
- adverbial
- adverbial
- adverbial
στο λεξικό PONS
adverbial(e) <-aux> [advɛʀbjal, jo] ΕΠΊΘ
- adverbial(e)
- adverbial
adverbial(e) <-aux> [advɛʀbjal, -jo] ΕΠΊΘ
- adverbial(e)
- adverbial
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.