un·so·cial [ʌnˈsəʊʃəl] ΕΠΊΘ
1. unsocial βρετ (socially inconvenient):
2. unsocial (antisocial):
- unsocial
-
3. unsocial (not seeking company):
- unsocial
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.