

tyrannous [βρετ ˈtɪr(ə)nəs, αμερικ ˈtɪrənəs] ΕΠΊΘ
tyrannous → tyrannical
tyrannical [βρετ tɪˈranɪk(ə)l, tʌɪˈranɪk(ə)l, αμερικ təˈrænək(ə)l] ΕΠΊΘ


- tirannico marito, governo
- tyrannous
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.