 
  
 superconducting [βρετ ˌsuːpəkənˈdʌktɪŋ, αμερικ ˌsupərk(ə)nˈdəktɪŋ], superconductive [ˌsuːpəkənˈdʌktɪv, ˌsjuː-] ΕΠΊΘ
 
  
 -  
-  superconductive
-  
-  superconductive
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
