 
  
 kinematic [βρετ ˌkɪnɪˈmatɪk, ˌkʌɪnɪˈmatɪk, αμερικ ˌkɪnəˈmædɪk], kinematical [ˌkɪnɪˈmætɪkl, ˌkaʊ-] ΕΠΊΘ
-  kinematic
-  
 
  
 -  
-  kinematic(al)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
