στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
great-great grandfather [ˌɡreɪtˌɡreɪtˈɡrænfɑːðə(r)] ΟΥΣ
great-grandfather [βρετ ɡreɪtˈɡranfɑːðə, αμερικ ɡreɪtˈɡræn(d)ˌfɑðər] ΟΥΣ
-
- bisnonno αρσ
I. great [βρετ ɡreɪt, αμερικ ɡreɪt] ΕΠΊΘ
II. great [βρετ ɡreɪt, αμερικ ɡreɪt] ΕΠΊΡΡ οικ
III. great [βρετ ɡreɪt, αμερικ ɡreɪt] ΟΥΣ
V. Greats
grandfather [βρετ ˈɡran(d)fɑːðə, αμερικ ˈɡræn(d)ˌfɑðər] ΟΥΣ
-
- nonno αρσ
στο λεξικό PONS
II. great [greɪt] ΕΠΊΘ
1. great (very big, very good):
2. great (wonderful):
grandfather ΟΥΣ
-
- nonno αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.