adulatory [βρετ ˌadʒʊˈleɪt(ə)ri, αμερικ ˈædʒ(ə)ləˌtɔri] ΕΠΊΘ
- adulatory
-
-
- adulatory τυπικ
-
- adulatory
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.