Oxford Spanish Dictionary
unisex [αμερικ ˈjunəˌsɛks, βρετ ˈjuːnɪsɛks] ΕΠΊΘ
- unisex
- unisex adj inv
- unisex
- unisex
- peluquería unisex
- unisex hairdressing salon
στο λεξικό PONS
unisex [ˈju:nɪseks, αμερικ -nə-] ΕΠΊΘ
- unisex
- unisex
unisex [ˈju·nə·seks] ΕΠΊΘ
- unisex
- unisex
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.