uncleared [αμερικ ˌənˈklɪrd, βρετ ʌnˈklɪəd] ΕΠΊΘ
1. uncleared ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
- uncleared check
-
2. uncleared land/forest:
- uncleared
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.