Oxford Spanish Dictionary
scurrilous [αμερικ ˈskərələs, βρετ ˈskʌrɪləs] ΕΠΊΘ
- scurrilous
-
- scurrilous
-
στο λεξικό PONS
scurrilous [ˈskʌrɪləs, αμερικ ˈskɜ:rɪ-] ΕΠΊΘ μειωτ
- scurrilous (damaging)
- difamatorio, -a
- scurrilous (insulting)
- calumnioso, -a
scurrilous [ˈskɜr·ɪ·ləs] ΕΠΊΘ μειωτ
- scurrilous (damaging)
- difamatorio, -a
- scurrilous (insulting)
- calumnioso, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- sculpt
- sculptor
- sculptress
- sculptural
- sculpture
- scurrilous
- scurrilously
- scurry
- scurvy
- scut
- scutcheon