Oxford Spanish Dictionary


psychosexual [αμερικ ˌsaɪkoʊˈsɛkʃ(u)əl, βρετ sʌɪkə(ʊ)ˈsɛkʃʊəl] ΕΠΊΘ
- psychosexual
-


-
- psychosexual
στο λεξικό PONS


psychosexual ΕΠΊΘ
- psychosexual ΨΥΧ
-


- psicosexual ΨΥΧ
- psychosexual
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.