- overlordship ΙΣΤΟΡΊΑ
- señorío αρσ
- overlordship (leadership)
-
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
No example sentences available
Try a different entry
Αναζήτηση στο λεξικό
- overland
- overlap
- overlay
- overleaf
- overlie
- overlordship
- overly
- overmanned
- overmanning
- overmatch
- overmuch