metrosexual [αμερικ ˌmɛtroʊˈsɛkʃ(u)əl, βρετ mɛtrəˈsɛkʃʊəl] ΕΠΊΘ ΟΥΣ
- metrosexual
- metrosexual αρσ θηλ
- metrosexual
- metrosexual
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Αναζήτηση στο λεξικό
- metre
- metric
- metrical
- metrication
- metrics
- metrosexual
- mettle
- mettlesome
- Meuse
- mew
- mewl