I. labiodental [αμερικ ˌleɪbioʊˈdɛn(t)l, βρετ ˌleɪbɪəʊˈdɛnt(ə)l] ΕΠΊΘ
- labiodental
- labiodental
II. labiodental [αμερικ ˌleɪbioʊˈdɛn(t)l, βρετ ˌleɪbɪəʊˈdɛnt(ə)l] ΟΥΣ
- labiodental
- labiodental θηλ
- labiodental
- labiodental
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.