innovatory [αμερικ ˈɪnəvəˌtɔri, βρετ ˈɪnəveɪt(ə)ri] ΕΠΊΘ
innovatory → innovative
innovative [αμερικ ˈɪnəˌveɪdɪv, βρετ ˈɪnəvətɪv] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.