Oxford Spanish Dictionary
immutable [αμερικ ɪ(m)ˈmjudəb(ə)l, βρετ ɪˈmjuːtəb(ə)l] ΕΠΊΘ τυπικ
- immutable
-
στο λεξικό PONS
immutable [ɪˈmju:təbl, αμερικ -t̬ə-] ΕΠΊΘ
1. immutable (unchangeable):
- immutable
-
2. immutable (ever-lasting):
- immutable
-
-
- immutable
-
- immutable
immutable [ɪ·ˈmju·t̬ə·bəl] ΕΠΊΘ τυπικ
1. immutable (unchangeable):
- immutable fact, set of rules
-
2. immutable comput:
- immutable file, image
-
-
- immutable
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.