Oxford Spanish Dictionary
elliptical [αμερικ ɪˈlɪptɪk(ə)l, βρετ ɪˈlɪptɪk(ə)l] ΕΠΊΘ
1. elliptical ΜΑΘ:
2. elliptical style/answer/remark:
στο λεξικό PONS
elliptical [ɪ·ˈlɪp·tɪk] ΕΠΊΘ, elliptical [ɪ·ˈlɪp·tɪ·kəl] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- elite
- elitism
- elitist
- elixir
- Elizabethan
- elliptic elliptical
- Ellis Island
- elm
- El Niño
- elocution
- elongate