discourteously [αμερικ dɪsˈkərdiəsli, βρετ dɪsˈkəːtɪəsli] ΕΠΊΡΡ
- discourteously
-
- discourteously
-
-
- discourteously
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.