Oxford Spanish Dictionary
 
  
  
  
 -  
-  binomial
στο λεξικό PONS
I. binomial [baɪˈnəʊmiəl, αμερικ -ˈnoʊ-] ΟΥΣ ΜΑΘ
-  binomial
-  binomio αρσ
II. binomial [baɪˈnəʊmiəl, αμερικ -ˈnoʊ-] ΕΠΊΘ ΜΑΘ
-  binomial
-  binomial
I. binomial [baɪ·ˈnoʊ·mi·əl] ΟΥΣ math
-  binomial
-  binomio αρσ
II. binomial [baɪ·ˈnoʊ·mi·əl] ΕΠΊΘ math
-  binomial
-  binomial
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
