Oxford Spanish Dictionary
beadle [αμερικ ˈbidl, βρετ ˈbiːd(ə)l] ΟΥΣ
1. beadle:
- beadle ΙΣΤΟΡΊΑ, ΘΡΗΣΚ
- pertiguero αρσ
2. beadle βρετ ΠΑΝΕΠ:
- beadle
- bedel αρσ θηλ
-
- ≈ beadle παρωχ
στο λεξικό PONS
- bedel(a)
- beadle
- bedel(a)
- beadle
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.