Oxford Spanish Dictionary
YWCA ΟΥΣ
YWCA → Young Women's Christian Association
- YWCA
- YWCA θηλ
- YWCA
-
στο λεξικό PONS
YWCA [ˌwaɪ·ˌdʌb·əl·ju·ˌsi·ˈeɪ]
YWCA ABBR Young Women's Christian Association
- YWCA
- YWCA θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.