I. Trotskyist [αμερικ ˈtrɑtskiɪst, βρετ ˈtrɒtskɪɪst], Trotskyite [-aɪt] ΟΥΣ
- Trotskyist
- trotskista αρσ θηλ
II. Trotskyist [αμερικ ˈtrɑtskiɪst, βρετ ˈtrɒtskɪɪst], Trotskyite [-aɪt] ΕΠΊΘ
- Trotskyist
-
-
- Trotskyist
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.