I. Amerindian [αμερικ ˌæməˈrɪndiən, βρετ ˌaməˈrɪndɪən], Amerind [ˈæmərɪnd] ΕΠΊΘ
II. Amerindian [αμερικ ˌæməˈrɪndiən, βρετ ˌaməˈrɪndɪən], Amerind [ˈæmərɪnd] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.