Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
unsightly [βρετ ʌnˈsʌɪtli, αμερικ ˌənˈsaɪtli] ΕΠΊΘ
- unsightly scar, blemish
-
- unsightly building
-
-
- unsightly
-
- unsightly
στο λεξικό PONS
unsightly <-ier, -iest [or more unsightly, most unsightly]> [ʌnˈsaɪtlɪ] ΕΠΊΘ
- unsightly
-
-
- unsightly
unsightly <-ier, -iest [or more unsightly, most unsightly]> [ʌn·ˈsaɪt·li] ΕΠΊΘ
- unsightly
-
-
- unsightly
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.