unladylike [βρετ ʌnˈleɪdɪlʌɪk, αμερικ ˌənˈleɪdiˌlaɪk] ΕΠΊΘ
unladylike female, behaviour:
- unladylike
- inélégant (to do de faire)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.