I. superordinate [βρετ ˌsuːpərˈɔːdɪnət, αμερικ ˌsupərˈɔrd(ə)nət] ΟΥΣ
2. superordinate ΓΛΩΣΣ:
- superordinate
- hyperonyme αρσ
II. superordinate [βρετ ˌsuːpərˈɔːdɪnət, αμερικ ˌsupərˈɔrd(ə)nət] ΕΠΊΘ
1. superordinate τυπικ person:
- superordinate
- supérieur (to à)
2. superordinate ΓΛΩΣΣ:
- superordinate
- hyperonymique (to par rapport à)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.