 
  
 subeditor [βρετ sʌbˈɛdɪtə, αμερικ ˌsəbˈɛdədər] ΟΥΣ βρετ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ
-  subeditor
-  
 
  
 -  secrétaire de rédaction ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ
-  subeditor βρετ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
