- scuttlebutt ΝΑΥΣ, ΙΣΤΟΡΊΑ
- charnier αρσ
- scuttlebutt οικ
- ragots αρσ πλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Αναζήτηση στο λεξικό
- scurf
- scurfy
- scurrility
- scurrilous
- scurrilously
- scuttlebutt
- Scylla
- scythe
- SD
- SDI
- SDLP