Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
lacklustre βρετ, lackluster αμερικ [βρετ ˈlaklʌstə, αμερικ ˈlækˌləstər] ΕΠΊΘ
lacklustre person, performance, style:
στο λεξικό PONS
lackluster ΕΠΊΘ αμερικ, lacklustre [ˈlækˌlʌstəʳ, αμερικ -ɚ] ΕΠΊΘ αυστραλ, βρετ
-  lackluster
-  
lackluster [ˈlæk·ˌlʌs·tər] ΕΠΊΘ
-  lackluster
-  
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
