Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette


gynaecological βρετ, gynecological αμερικ [βρετ ˌɡʌɪnəkəˈlɒdʒɪk(ə)l, αμερικ ˌɡaɪnəkəˈlɑdʒək(ə)l] ΕΠΊΘ
- gynaecological
-


-
- gynaecological
στο λεξικό PONS
gynaecological ΕΠΊΘ
- gynaecological
-
gynecological ΕΠΊΘ αμερικ, αυστραλ
gynaecological ΕΠΊΘ
- gynaecological
-
gynecological ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.