Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
diabolic [βρετ ˌdʌɪəˈbɒlɪk] ΕΠΊΘ
- diabolic
-
- diabolique inspiration, pouvoir
- diabolic
στο λεξικό PONS
diabolic [ˌdaɪəˈbɒlɪk, αμερικ -ˈbɑ:lɪk], diabolical ΕΠΊΘ αμερικ
1. diabolic (of Devil):
- diabolic
-
2. diabolic (evil):
- diabolic
-
-
- diabolic
diabolic [ˌdaɪə·ˈba·lɪk], diabolical ΕΠΊΘ
1. diabolic (of Devil):
- diabolic
-
2. diabolic (evil):
- diabolic
-
-
- diabolic
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- DFM
- dg
- DH
- Dhaka
- dharma
- diabolic
- diabolical
- diabolically
- diabolo
- diachronic
- diachronically