I. alveolar [βρετ alˈvɪələ, ˌalvɪˈəʊlə, αμερικ ælˈvi(ə)lər] ΟΥΣ
- alveolar
- alvéolaire θηλ
II. alveolar [βρετ alˈvɪələ, ˌalvɪˈəʊlə, αμερικ ælˈvi(ə)lər] ΕΠΊΘ
- alveolar
-
alveolar ridge ΟΥΣ
- alveolar ridge
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.