aberrant [βρετ əˈbɛr(ə)nt, αμερικ ˈæbərənt, əˈbɛrənt] ΕΠΊΘ
- aberrant behaviour, nature
- aberrant
- aberrant result
-
- aberrant (aberrante)
- aberrant
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.