Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „ubesedovati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

ubesed|ováti <ubesedújem; ubesedovàl> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

ubesedovati
ubesedovati
ubesedovati svoje misli

Παραδειγματικές φράσεις με ubesedovati

ubesedovati svoje misli

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Zgodbe in črtice ubesedujejo vsakdanje stvari, ki se marsikomu ne bi zdele vredne omembe.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ubesedovati" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina